Ο χώρος της βλαχόστρατας αντιστοιχεί στις ποιμενικές διαδρομές των κτηνοτρόφων και των οικογενειών τους δηλαδή του τσελιγκάτου που ξεκινούν κυρίως από την ενδοχώρα της Θεσσαλίας για να καταλήξουν στις «κτηματικές περιοχές» που περιλαμβάνουν τον οικισμό και τα θερινά βοσκοτόπια.
Η βλαχόστρατα αποτελεί την χωροχρονική διαδρομή γύρω από την οποία οργανώνεται η μετακίνηση των κοπαδιών ενταγμένη σ’ ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχειριστικής υποστήριξης. Η υλική της πλευρά περιλαμβάνει, καλντερίμια, γέφυρες, χώρους στάσης για τις νύχτες κτλ. Δεν υπάρχουν κεντρικές εκδηλώσεις που να σηματοδοτούν την συλλογική άφιξη και αναχώρηση των κοπαδιών. Οι τοπικές κοινωνίες επιστρέφοντας στα ορεινά χωριά τους οργανώνουν την παραγωγική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή τους η κάθε μια με επίκεντρο το χωριό της. Ο τόπος των χειμαδιών αντιστοιχεί σε ένα χρόνο αναμονής για την επόμενη ανάβαση αλλά και διαδικασιών μεταβίβασης της άυλης κληρονομιάς.
Η βλαχόστρατα αποτελεί τελικά ένα άθροισμα διαφορετικών διαδρομών ανάλογα με τη γεωγραφική θέση των χειμαδιών στην πεδιάδα και του χωριού στον Ασπροπόταμο. Γενικά εντοπίζονται με βάση και το ανάγλυφο της περιοχής δύο είσοδοι από την πεδιάδα προς το βουνό : η ΝΑ είσοδος μέσω Πύλης και η ΒΑ είσοδος μέσω Σαρακήνας.
Στη συνέχεια παρουσιάζονται οι 2 βασικές διαδρομές μετακίνησης κοπαδιών:
1η διαδρομή: Βρυσιά Φαρσάλων (Θέση Αλογοπάτι) – Στεφάνι και επιστροφή
Στο Στεφάνι Ασπροποτάμου μετακινούνταν κτηνοτρόφοι όπου κατά τους χειμερινούς μήνες είναι εγκατεστημένοι κοντά στο χωριό Βρυσιά Φαρσάλων και στη θέση Αλογοπάτι. Η μετακίνηση προς το Στεφάνι γινόταν στα μέσα της άνοιξης, από 10 έως 15 Μαΐου και η επιστροφή τους, στην χειμερινή κατοικία, στο τέλος του Οκτώβρη.
Μέχρι τη δεκαετία του ’50 η μετακίνηση γινόταν με τα πόδια, μετά χρησιμοποιήθηκε ο σιδηρόδρομος και από το 1970 μέχρι σήμερα η μεταφορά των ζώων πραγματοποιείται με φορτηγά. Περίπου 100 οικογένειες κτηνοτρόφων που εκτρέφανε πρόβατα και βοοειδή από την περιοχή των Φαρσάλων, μετακινούνταν στο Στεφάνι, την Ανθούσα, το Χαλίκι και την Αγία Παρασκευή.
Οι κτηνοτρόφοι της περιοχής του Στεφανίου εκτρέφουν βοοειδή ελευθέρας βοσκής στους βοσκοτόπους του χωριού. Οι περιοχές στις οποίες βόσκανε τα ζώα ήταν χαρακτηρισμένες από το Δασαρχείο της περιοχής. Μέχρι το 1980 στην περιοχή εκτρέφονταν και πρόβατα αλλά στη συνέχεια η δραστηριότητα αυτή εγκαταλείφτηκε.
Κατά την άνοδο από τον κάμπο των Φαρσάλων στο Στεφάνι η απόσταση που διανύανε ήταν 145 χιλιόμετρα περίπου και διαρκούσε 8-10 μέρες. Η συνήθης διαδρομή που ακολουθούσαν ήταν:
1. Βρυσιά (Θέση Αλογοπάτι), Φάρσαλα,
2. στάση το μεσημέρι στην Υπέρεια,
3. 1ο βράδυ, στο Μικρό Βουνό,
4. στάση το μεσημέρι στο Πέτρινο,
5. 2ο βράδυ, στο Βλοχό στη θέση Λυκόρεμα
6. 3ο βράδυ, στον Παλαιόπυργο (Ζαβλάνια),
7. στάση το μεσημέρι, στη Θεόπετρα & στη συνέχεια περνάνε τη γέφυρα της Σαρακήνας,
8. 4ο βράδυ στη θέση Βίγλα,
9. 5ο βράδυ, στη γέφυρα της Παπαδιάς πριν την Καστανιά,
10. 6ο βράδυ, στη θέση Μουράβα,
11. Άφιξη στο χωριό Στεφάνι.
Στα σημεία που επέλεγαν να σταματήσουν υπήρχε τόπος για βόσκηση και επάρκεια σε νερό. Για να διανυκτερεύσουν έστηναν φούρκες (ξύλα) και έριχναν πάνω βλάχικες μαλλίνες (μάλλινο υφαντό).
Το γάλα, κατά την περίοδο του καλοκαιριού, στο Στεφάνι, το μεταποιούσαν στο σπίτι τους και παρασκεύαζαν κασέρι, φέτα και
μπασκί (είδος τυριού). Το κασέρι παρασκευαζόταν σε τυροκομεία που ήταν γνωστά ως «κασσαρίες», στα οποία οι κτηνοτρόφοι προσκόμιζαν συνήθως αντί γάλακτος το στραγγισμένο πήγμα που ονόμαζαν «μπασκί».
Το φθινόπωρο, κατά την κάθοδο από το Στεφάνι η απόσταση που διανύανε με τα πόδια ήταν 130 χιλιόμετρα και διαρκούσε 5 ημέρες γιατί τα μικρά ζώα είχαν μεγαλώσει και η μετάβαση ήταν ευκολότερη. Η διαδρομή που συνήθως ακολουθούσαν ήταν:
1. Έναρξη μετακίνησης από το χωριό Στεφάνι,
2. 1ο βράδυ, στη γέφυρα της Παπαδιάς μετά την Καστανιά,
3. 2ο βράδυ, στη θέση Βίγλα,
4. 3ο βράδυ, στον Πύργο έξω από τα Τρίκαλα (στη θέση που γινόταν το ζωοπάζαρο),
5. 4ο βράδυ, στο γήπεδο της Καρδίτσας (στο σημείο που γινόταν το ζωοπάζαρο),
6. Στάση το μεσημέρι στο Νέο Μοναστήρι,
7. Άφιξη στα Βρυσιά Φαρσάλων στη θέση Αλογοπάτι.
2η Διαδρομή: Μεσσοράχη – Παλαιοχώρι και επιστροφή
Η απόσταση της βλαχόστρατας από το Δουβλατάνι (Μεσσοράχη) μέχρι το Παλαιοχώρι, είναι 82 περίπου χιλιομέτρων. Τα κοπάδια τη διανύανε σε 5-6 ημέρες ανάλογα με τον καιρό. Το Παλαιοχώρι μέχρι το 1988 διατηρούσε 2.500 περίπου γιδοπρόβατα, τα οποία ξεχειμάζανε εκτός από το Δουβλατάνι και στα Φάρσαλα.
Τον Μάιο η διαδρομή που ακολουθούσαν για τα ορεινά ήταν:
1. Αναχώρηση από Δουβλατάνι, περνούσαν έξω από τα χωριά Αγ. Δημήτριος – Βλοχός και στο Κεραμίδι περνούσαν τον Πηνειό ποταμό.
2. Στη συνέχεια ακολουθούσαν το ανάχωμα μέχρι τον Κλοκοτό όπου ήταν η πρώτη διανυκτέρευση.
3. Την επόμενη μέρα ακολουθούσαν τον δρόμο από το χωριό Γεωργανάδες έως το Μεγαλοχώρι (Μπουχουνίτσα). Εδώ γινόταν η δεύτερη διανυκτέρευση.
4. Η Σαρακίνα ήταν ο επόμενος σταθμός διανυκτέρευσης,
5. ενώ η τέταρτη διανυκτέρευση γινόταν στη θέση Λάκες κοντά στο χωριό Κρύα Βρύση.
6. Η συνέχεια της διαδρομής γινόταν στην ανατολική όχθη του Κλεινοβίτικου ποταμού και το πέρασμα στην απέναντι όχθη γινόταν στη θέση Κουκουράβα (χωρίς γεφύρι) για να καταλήξει στο χωριό Παλαιοχώρι.
Η διαδρομή Μεσσοράχη – Παλαιοχώρι
Στα 1000 μέτρα περίπου υψόμετρο η περιοχή του Παλαιοχωρίου έχει υπέροχα λιβάδια. Στο χωριό υπήρχε νερόμυλος, νεροπρίονο και νεροκορδέλλα (λειτουργούσαν μέχρι το 1960). Το χωριό κάποτε είχε και πολλά μελίσσια με κυψέλες φτιαγμένες από φλούδα ελάτου. Ανάλογα και με τις καιρικές συνθήκες, τον Οκτώβρη, ακολουθούσαν την ίδια διαδρομή, για επιστροφή στα πεδινά και στη χειμερινή τους κατοικία (Μεσσοράχη).
Βλαχόστρατα – Εναλλακτικές διαδρομές
Οι έξι βασικές διαδρομές μετακίνησης των κτηνοτρόφων.