Βρίσκεται βορειοανατολικά σε κοντινή απόσταση από την πόλη των Τρικάλων και ένα χιλιόμετρο αριστερά από την Εθνική Οδό Τρικάλων – Λάρισας, στους πρόποδες των Αντιχασίων, στο χωριό Ταξιάρχες του Δήμου Φαρκαδόνας.
Έως το 1963, το χωριό ονομαζόταν Κριτσίνι και η καινούργια αυτή ονομασία προήλθε από τον ομώνυμο Ιερό Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ, που σώζεται στο χωριό.
Όπως μας μαρτυρά η επιγραφή στο εσωτερικό του ναού, ανακαινίσθηκε το 1625 και ιστορήθηκε από τον Τρικαλινό αγιογράφο Δημήτριο το 1635 και πιθανότατα ήταν Μοναστήρι.
Αρχιτεκτονικά – δομικά στοιχεία
Ο Ναός απαντά στον «τύπο θολωτής τρουλλαίας βασιλικής, που συνδυάζεται με τον σταυροειδή», στην ουσία πρόκειται για μία παραλλαγή του Βυζαντινού τύπου, με κατάργηση των υπερώων και κάλυψη των τριών θολωτών κλιτών από αμφικλινή στέγη.
Ο τρούλος υψώνεται πάνω από τους τέσσερις κίονες των κιονοστοιχιών, ενώ στα δυο τμήματά του δημιουργείται «στη στέγη μόνο ψεύτικη η εγκάρσια κεραία του Σταυρού». Με πιο απλά λόγια, προσπαθεί να μιμηθεί τον κλασικό βυζαντινό τύπο, τον εγγεγραμμένο σταυροειδή.
Σχετικά με το υλικό κατασκευής, ο Ναός είναι οικοδομημένος τόσο με πωρόλιθους, όσο και με διαφορετικού τύπου πέτρες σε άνισες στρώσεις (κάτι που διαπιστώνουμε και από τις φωτογραφίες) ενώ στην σκεπή συναντάμε τα γνωστά μεταβυζαντινά «λούκια», ήτοι παλαιού τύπου χοντρά κεραμίδια (αποτελεί εξαίρεση το Βόρειο τμήμα του Νάρθηκα).
Οι εξωτερικές διαστάσεις του Ναού (χωρίς να υπολογίζονται οι αψίδες του Ιερού) είναι περίπου: πλάτος Ανατολικά και Δυτικά 13 μέτρα, έκαστος και μήκος Βόρεια και Νότια 17 μέτρα, έκαστος.
Ο νάρθηκας
Ο νάρθηκας προστέθηκε αργότερα στη Βόρεια και Δυτική πλευρά του Ναού, ήταν κατασκευασμένος από ξύλο και πιο χαμηλός από τον υπόλοιπο Ναό.
Κατά την επισκευή του το 1960, δυστυχώς, υψώθηκαν οι τοίχοι του κατά 1,30 μέτρα μόνο και μόνο για να έχει το εσωτερικού του Ναού περισσότερο φως (στην αρχική μορφή του Ναού, το φώς εισερχόταν μόνο από τα στενά παράθυρα των τοίχων και του τρούλου, των 20 περί-που εκατοστών. Εκτός αυτού, μετά την επισκευή ο Νάρθηκας είναι λιγάκι υπε-ρυψωμένος στο δάπεδο σε σχέση με τον υπόλοιπο Ναό.
Τόσο το Άγιο Βήμα με τον Κυρίως Ναό, όσο και τμήμα του Νάρθηκα είναι γεμάτοι με αγιογραφίες. Στο Δυτικό τμήμα του Νάρθηκα υπάρχουν δύο παράθυρα (Δυτικά) και δύο πόρτες (η μια Δυτικά που είναι σύγχρονη και μία Ανατολικά που επικοινωνεί με τον Κυρίως Ναό). Μόνο ο Ανατολικός τοίχος είναι ολόκληρος αγιογραφημένος σχετικά με την κρίση του κόσμου και την τιμωρία των αμαρτωλών ανθρώπων).
Δεξιά και αριστερά της εισόδου αναπαριστάτε ο Χριστός και η Παναγία, ενώ στο κογχάριο πάνω από την είσοδο στον Κυρίως Ναό η Σύναξη των Αγγέλων.
Το Βόρειο τμήμα του Νάρθηκα απλώνεται σε όλη την έκταση του Κυρίως Ναού και του Ιερού και συναντά χωρίς εμπόδια (δεν υπάρχει πόρτα ή τοίχος) το Δυτικό τμήμα του Νάρθηκα. Τρία παράθυρα με μια πόρτα υπάρχουν Βόρεια, ενώ μια άλλη πόρτα Νότια επικοινωνεί με τον Κυρίως Ναό. Αγιογραφίες κοσμούν το Νότιο τοίχος. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε, ότι ένα μέρος του Βορείου Νάρθηκα χρησιμοποιούταν ως οστεοφυλάκιο «για αυτό το λόγο κάποιες αγιογραφίες φέρνουν ίχνη φθοράς από οστά».
Το 1983 ο εξωτερικός τοίχος γκρεμίστηκε εξαιτίας της φθοράς του χρόνου αλλά χτίστηκε αμέσως, όμως δυστυχώς με σύγχρονο τρόπο κατασκευής, τσιμεντόλιθοι και κεραμίδια.
Ο Ιερός Ναός
Ο Ιερός Ναός εσωτερικά χωρίζεται σε τρία κλίτη με δυο σειρές από τέσσερα στηρίγματα. Αυτά τα στηρίγματα συνδέονται υψηλά, τόσο μεταξύ τους, όσο και με τους δυο τοίχους (Ανατολικό και Δυτικό) με καμάρες.
Ακόμη, οι πεσσοί αντικρίζουν στους τοίχους ίσου πλάτους παραστάδες, με τις οποίες και ενώνονται με τόξα, ώστε να δημιουργούνται στις τέσσερις γωνίες του Ναού τετράγωνα διαμερίσματα, τα οποία καλύπτονται από σταυροθόλια. Το υπόλοιπο μέρος των πλαγίων κλιτών στεγάζεται με μία ημικυλινδρική καμάρα όπως επίσης και το μεσαίο κλίτος, όπου η καμάρα όμως είναι υψηλότερη και από τις δυο πλευρές και διακόπτεται πάνω από τους κίονες, ώστε να μπορέσει να στηριχθεί αποτελεσματικά ο τρούλος του ναού ενώ τόσο οι τοίχοι, όσο βέβαια και οι πεσσοί είναι αγιογραφημένοι.
Ο τρούλος, είναι χτισμένος από λαξευτούς πωρόλιθους και κομμάτια κεραμιδιών σφηνωμένα ενδιάμεσα. Είναι οκτάπλευρός και φέρει στις γωνίες κιονίσκους, στους οποίους στηρίζονται κλιμακωτά τόξα (θυμίζει πολύ τους Βυζαντινούς Ναούς του 11ού και 12ού αιώνα). Στο τύμπανο υπάρχουν τέσσερα μικρά στενόμακρα παράθυρα και στην κορυφή ένας σιδερένιος Σταυρός. Ένα μεγαλύτερο παράθυρο σε σχέση με τα υπόλοιπα υπάρχει πάνω από τον Νάρθηκα με τρία πλίθινα ανακουφιστικά τόξα στην εξωτερική πλευρά του τοίχου.
Ο σανιδένιος αμβώνας με διάφορες παραστάσεις υπάρχει στο Δυτικό πεσσό της Βόρειας κιονοστοιχίας, στην οποία είναι κρεμασμένος ο χρυσοκέντητος Ρωσικός Επιτάφιος ενώ ο Δεσποτικός Θρόνος είναι ξύλινος.
Στο Ιερό Βήμα έχουμε τρεις τρίπλευρες αψίδες και οι κόγχες έχουν κλιμακωτά τόξα τα οποία τοποθετούνται σε δυο επάλληλες σειρές σε όλες τις πλευρές ακόμη και των μικρών αψίδων. Η κάθε αψίδα συνοδεύεται από μια μικρή σχισμή, η οποία είναι διπλή στην κεντρική κόγχη και πάνω από αυτή τη κεντρική κόγχη, υπάρχει ένα μονόλοβο, τοξωτό και με πλίθινο ανακουφιστικό τόξο εξωτερικά παράθυρο.
Το Νότιο σταυροθόλιο είναι σχεδόν ολόκληρο κατεστραμμένο, όπως μαρτυρούν και οι φωτογραφίες. Δυστυχώς σήμερα μας σώζεται μόνο ένα τμήμα της παλαιάς πλάκας της Αγίας Τράπεζας: μια μονοκόμματη πλάκα με ανάγλυφη παράσταση (στο κέντρο της) του Ιερού Συμβόλου των Χριστιανών Ορθοδόξων, του Σταυρού και διάφορα σχέδια γύρω του.
Το τέμπλο απαρτίζεται από τέσσερις κατά ύψος ζώνες. Η πρώτη είναι από ζωγραφισμένα σανίδια, η δεύτερη περιλαμβάνει μεγάλες εικόνες, η τρίτη έχει ξυλόγλυπτη διακόσμηση και η τέταρτη περιέχει 22 μικρές εικόνες. Υπάρχει όμως και μια πέμπτη σειρά: το μεσαίο τμήμα του τέμπλου συνεχίζει με μικρές εικόνες.
Ο ξυλόγλυπτος διάκοσμος του τέμπλου περιλαμβάνει κλασικά θέματα, όπως πτηνά, ζώα, φυτά και καρπούς και γενικά, εσωτερικά και εξωτερικά ο Ναός είναι πλούσιος σε αγιογραφίες. Από αυτές, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η πολύ σπάνια απεικόνιση της Δευτέρας Παρουσίας και η απεικόνιση του Μυστικού Δείπνου, όπου οι Απόστολοι στρέφουν το κεφάλι τους προς τον θεατή ενώ είναι απαραίτητο να αναφερθούμε και στο ανάγλυφο που παριστάνει έναν ιππέα και σήμερα φυλάσσεται στο Μουσείο του Λούβρου.
Βορειοανατολικά του ναού, σε απόσταση λίγων μέτρων δεσπόζει πάνω σε ένα βράχο το παλιό πέτρινο καμπαναριό με δύο ανάγλυφες επιγραφές που δυστυχώς, η φθορά που επέφερε ο χρόνος δεν μας επιτρέπει να τις διαβάσουμε.
Λαογραφία – Παράδοση
Ο Ιερός Ναός των Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ έχει ταυτιστεί με διάφορα ενδιαφέροντα περιστατικά. Σύμφωνα με τους γεροντότερους κατοίκους του χωριού, παλαιότερα, στην παραμονή της γιορτής των Παμμεγίστων Μιχαήλ και Γαβριήλ στις 7 Νοεμβρίου κατέβαινε από το βουνό ένα ολόλευκο ελάφι.
Αφού έφερνε το κατάλευκο ελάφι το Ναό τρείς φορές βόλτα γύρω γύρω, οι κάτοικοι το τάιζαν, το άφηναν να ξεκουραστεί και την επόμενη μέρα το έσφαζαν, ώστε να μοιραστεί φιλοξενία στους πιστούς.
Όμως, μια χρονιά το κατάλευκο αυτό ελάφι άργησε να έρθει στον ναό και όταν τελικά έφτασε οι κάτοικοι το έσφαξαν αμέσως, σε αντίθεση με τις προηγούμενες χρονιές δίχως να το αφήσουν καθόλου να κάνει το δικό του τελετουργικό. Από εκείνη τη χρονιά το ζωντανό δεν ξανά εμφανίστηκε, μάλιστα, στο Βόρειο τμήμα του Νάρθηκα, μπροστά από τη Βόρεια είσοδο του Ναού υπάρχει μία πέτρινη πλάκα, όπου με βάση την παράδοση, φαίνεται το πάτημα του ελαφιού.
Επιπλέον, στις 8 Νοεμβρίου του 1983 (στην εορτή των Ταξιαρχών), επειδή είχε πολύ κόσμο σκέφτηκαν να τελέσουν τη Λειτουργία στο Ιερό Ναό του Σωτήρα (δίπλα), όμως, ένα μεγάλο ολόλευκο φίδι εμφανίστηκε στην εκκλησία των Ταξιαρχών και εξαφανίστηκε μόνο όταν η Λειτουργία τελέστηκε στον μικρό Ναό.